Διδάσκοντας στην Ευρυτανία: Το δύσκολο έργο του δασκάλου σε ορεινά χωριά της χώρας – Μία προσωπική μαρτυρία

Ο κ. Σωτήρης Αργύρης υπηρετεί εδώ και 14 χρόνια ως δάσκαλος. Τα πέντε από αυτά, σε ορεινά χωριά της Ευρυτανίας…

Η εκπαιδευτική διαδρομή ενός δασκάλου σε απομονωμένα χωριά της ελληνικής επαρχίας, μόνο απλή δεν είναι – λιγοστά παιδιά, πενιχρά μέσα, δύσκολες καιρικές συνθήκες αλλά και πολλή μοναξιά. Η δίψα των παιδιών για μάθηση, η ηθική ικανοποίηση, που απορρέει από την αλλαγή τους μέσα στη σχολική χρονιά αλλά και η συνειδητοποίηση της σημασίας του πολύτιμου έργου που προσφέρει, αποτελούν το αντίβαρο για τον εκπαιδευτικό.

Ο κ.Σωτήρης Αργύρης, που μεγάλωσε κοντά στο Δομοκό, υπηρετεί εδώ και 14 χρόνια ως δάσκαλος. Τα πέντε από αυτά, σε ορεινά χωριά της Ευρυτανίας. Περιγράφει στο protothema.gr την εμπειρία του.

«Σε ηλικία 23 ετών, αμέσως μετά το στρατό, κλήθηκα να υπηρετήσω ως αναπληρωτής στον Άγιο Γεώργιο Παλαιοχωρίου, στο δήμο Αγράφων. Ήταν η πρώτη χρονιά που θα εργαζόμουν ως δάσκαλος. Το σχολείο ήταν απομακρυσμένο, μονοθέσιο – υπήρχε, δηλαδή, μόνο ένας δάσκαλος. Είχα 10 μαθητές όλων των τάξεων – από την πρώτη δημοτικού μέχρι την έκτη – όλα στην ίδια αίθουσα. Παράλληλα, είχα και τα καθήκοντα του προϊσταμένου – χωρίς ούτε εκεί να έχω εμπειρία. Μηδενική η διδακτική μου εμπειρία αλλά ήμουν γεμάτος όρεξη για δουλειά. Εκείνη η πρώτη χρονιά, ήταν και η πιο δύσκολη για μένα ως τώρα».

Το γεγονός ότι ο κ. Αργύρης είχε την αποκλειστική ευθύνη των μαθητών του, πρακτικά σήμαινε πως έπρεπε να τους διδάξει από γλώσσα και μαθηματικά μέχρι μουσική και γυμναστική. Τις δυσμενείς συνθήκες επέλεξε, όμως, να τις μετατρέψει σε ευκαιρία για μάθηση. «Προσπάθησα να βρίσκω τρόπους να μοιράσω το χρόνο μεταξύ των παιδιών. Περνούσα κυκλικά για 10 λεπτά περίπου με κάθε τάξη. Τους ανέθετα κάποιες δραστηριότητες σιωπηρές για όση ώρα με περίμεναν μέχρι να έρθει πάλι η σειρά τους. Μεγαλύτερη έμφαση έδινα στα μικρότερα παιδιά, τα οποία δεν είχαν πάει ούτε νηπιαγωγείο. Όχι μόνο δεν είχαν ξαναπιάσει μολύβι στα χέρια τους, ούτε να μιλάνε δεν ήξεραν καλά καλά. Δύο χρόνια αργότερα, βρέθηκα ξανά στο δήμο Αγράφων, στη Δάφνη Ευρυτανίας – ακόμη πιο απομακρυσμένο το χωριό, με πέντε μαθητές. Στη συνέχεια, υπηρέτησα σε άλλο χωριό της περιοχής, στο Στένωμα, αυτή τη φορά με δύο μαθητές – πρώτης και πέμπτης δημοτικού».

Οι δυσκολίες και οι προκλήσεις

Ο δάσκαλος, ο οποίος καλείται να εργαστεί σε ένα περιβάλλον σαφώς μη προνομιούχο, έχει να αντιμετωπίσει, μεταξύ άλλων, ελλείψεις – από γραφική ύλη έως σύνδεση με το διαδίκτυο. Η διαχείριση της κατάστασης, αποτελεί πραγματική πρόκληση. «Στα σχολεία αυτά παρέχεται μία υποστήριξη από το δήμο. Κάποια τετράδια, μαρκαδόροι… Δεδομένης της κατάστασης, προσπαθούσα να κάνω τη δουλειά μου αποκλειστικά με όσα πρόσφερε το σχολείο. Δεν μπορούσα να ζητήσω από τα παιδιά να πάνε με τους γονείς τους στο Καρπενήσι ή στη Λαμία για να αγοράσουν κάτι – ήξερα πόσο δύσκολο είναι αυτό. Ευτυχώς, ο δήμος ανταποκρίθηκε στο αίτημά μου για έναν εκτυπωτή ενώ έφεραν και κάποια υλικά για χειροτεχνίες. Από την άλλη, προκειμένου να καλύψω τα κενά αλλού, επεδίωκα να αξιοποιήσουμε το φυσικό περιβάλλον, με το οποίο οι μαθητές ήταν έτσι κι αλλιώς ήδη εξοικειωμένοι. Μαθαίναμε για τα φυτά, τα κατονομάζαμε, τα ταξινομούσαμε. Επιπλέον, δουλεύαμε επάνω σε θέματα ιστορικής κληρονομιάς του τόπου. Οι μαθητές κινητοποιήθηκαν, ρωτούσαν παππούδες και γονείς, έκαναν εργασίες σχετικά.

Η απουσία άλλων συναδέλφων ειδικότητας, ενίσχυε το βαθμό δυσκολίας. Καταφέραμε, όμως, να κάνουμε γιορτή με παραδοσιακούς χορούς στο σχολείο, με συμμετοχή όλων των παιδιών, όπως και εκδήλωση για την 25η Μαρτίου, που μέχρι τότε δεν είχε γίνει. Ακόμη και για τα αυτονόητα, έπρεπε να προσπαθήσεις πάρα πολύ. Κι όλα αυτά, έχοντας σαν δάσκαλος σε απόλυτη προτεραιότητα το να μάθουν να γράφουν και να διαβάζουν τα παιδιά. Η έλλειψη σύνδεσης στο διαδίκτυο τα τρία από τα πέντε χρόνια, που εργάστηκα στην Ευρυτανία, ήταν ένα ακόμη εμπόδιο.

Βασιζόμασταν μόνο στα σχολικά βιβλία και σε ό,τι υλικό κατάφερνα να βρω. Από τη στιγμή που το εξασφαλίσαμε, όμως, το εκμεταλλεύτηκα στο έπακρο και τα παιδιά κέρδισαν πολλά – μουσική, ταινίες, ντοκιμαντέρ… Προσπαθούσα να τους προσφέρω ερεθίσματα συνεχώς, ακόμη και στα διαλείμματα. Αυτό, άλλωστε, ήταν το μεγάλο ‘αγκάθι’: οι γονείς τους, κτηνοτρόφοι στην πλειοψηφία τους, το πολύ να είχαν τελειώσει το δημοτικό. Τα παιδιά δεν είχαν καθόλου προσλαμβάνουσες. Θυμάμαι, χαρακτηριστικά, περίπτωση παιδιού, που νόμιζε πως πρωτεύουσα της Ελλάδας είναι … το Καρπενήσι».

Δύσκολη και η ζωή του δασκάλου…

«Έμενα στο μοναδικό σπίτι που υπήρχε για το δάσκαλο στο χωριό. Αν και – με εξαίρεση την πρώτη χρονιά – ήταν επιλογή μου να εργαστώ στην Ευρυτανία, υπήρχαν αντικειμενικές δυσκολίες στην καθημερινότητα. Ευτυχώς, καθαρίζουν τους δρόμους το χειμώνα, εκτός αν υπάρχουν ακραία καιρικά φαινόμενα. Για το σούπερ μάρκετ, έπρεπε να διανύω απόσταση μίας ώρας περίπου. Προμήθειες για 10 ή και περισσότερες μέρες, με αρκετά πράγματα να παραμένουν στο αυτοκίνητο για να διατηρηθούν. Πάνω από μία ώρα ήταν και η μετακίνηση αν χρειαζόταν γιατρός. Οι κάτοικοι, πάντα πρόθυμοι να βοηθήσουν καθώς σέβονται και εκτιμούν το δάσκαλο.

Η μοναξιά έντονη αλλά ευτυχώς, τη διαχειριζόμουν. Εκείνο, που με δυσκόλεψε ιδιαίτερα, ήταν η τριετία χωρίς σύνδεση στο ίντερνετ ενώ εγώ ήθελα να κάνω κάποιο μεταπτυχιακό, απαραίτητο για την επαγγελματική μου εξέλιξη. Όταν τελικά μπήκε δορυφορικό ίντερνετ στο σχολείο, μπόρεσα να ολοκληρώσω δύο μεταπτυχιακά προγράμματα: το ένα με αντικείμενο ‘Πληροφορική και Τεχνολογίες Επικοινωνίας στην Εκπαίδευση’ και το άλλο ‘Ηγεσία και Διοίκηση στην Εκπαίδευση’. Πήγαινα το απόγευμα στο σχολείο για να συνδέομαι και να κάνω από εκεί τα μαθήματα».

Ο ρόλος του δασκάλου – η εξέλιξη των παιδιών

Για ορισμένους μαθητές, οι οποίοι μπορεί να μην ζουν καν μέσα στα χωριά αλλά σε κάποιους συνοικισμούς εκτός, το σχολείο και ο δάσκαλος μπορεί να είναι τα μοναδικά τους ερεθίσματα. Εκτός από το να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν, τα όσα έχουν να εισπράξουν από την εκπαίδευση, είναι πολλά περισσότερα. Η αλλαγή, που συντελείται μέσα σε μία σχολική χρονιά είναι μεγάλη. «Θυμάμαι πως ερχόταν κάθε παιδί την πρώτη μέρα και πόσο είχε εξελιχθεί μέχρι τον Ιούνιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ένα κοριτσάκι της πρώτης δημοτικού.

Μετά τον αγιασμό, καθίσαμε με τα παιδιά να γνωριστούμε. Εκείνη, με κοιτούσε περίεργα. Και μετά από λίγο, μου είπε: ‘Νομίζεις ότι εγώ θα κάτσω εδώ να σε ακούω; Αν μπορείς, έλα να με πιάσεις…’ κι έφυγε τρέχοντας. Την έφερε ο πατέρας της τις επόμενες μέρες. Στην αρχή, δυσκολεύτηκε, μετά συνήθισε. Μέρα με τη μέρα, άρχισε να μιλάει πιο ευγενικά, έμαθε να γράφει. Μέχρι το τέλος της χρονιάς, η αλλαγή της ήταν απίστευτη! Στα απομακρυσμένα χωριά, ο δάσκαλος αντιλαμβάνεται το ρόλο του ως λειτούργημα. Προσωπικά, εκεί αισθάνθηκα ότι προσφέρω πραγματικά κι αυτή ήταν η πραγματική μου ανταμοιβή: να βλέπω τα παιδιά να αλλάζουν, να έχουν μάθει να εκφράζονται, να έχουν διάθεση να κάνουν ερωτήσεις, να αποκτούν κίνητρα για να ασχοληθούν με περισσότερα πράγματα. Έβλεπα τα παιδιά να ολοκληρώνονται.

Αλλά και οι γονείς των παιδιών, έχουν προσδοκίες από το δάσκαλο, αναγνωρίζουν το έργο του, τον σέβονται. Παροτρύνουν τα παιδιά τους να αξιοποιήσουν τα οφέλη της εκπαίδευσης. Οι ίδιοι, έχουν επιλέξει να μένουν εκεί – έχουν τη δουλειά τους, τα ζώα τους, είναι μαχητές της ζωής. Προσπαθούν με τα ελάχιστα να ζήσουν την οικογένειά τους, συχνά έχουν 4-5 παιδιά. Δεν θα μπορούσαν να πάνε σε μία πόλη, να νοικιάσουν σπίτι, να ξεκινήσουν από την αρχή, μην γνωρίζοντας να κάνουν κάτι διαφορετικό. Αν, όμως, είναι τόσο δύσκολο για τους ίδιους να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, ‘βλέπουν’ το μέλλον των παιδιών τους μακριά. Θέλουν τα παιδιά τους να ζήσουν σε καλύτερες συνθήκες, να σπουδάσουν. Γιατί αν μείνουν εκεί, τί θα κάνουν;».

Τα εφόδια από το σχολείο, τα ‘παράπονα’ και η πορεία προς την αυτονομία

«Η απόλυτη προτεραιότητα μου, ήταν να μεταφέρω γνώσεις στα παιδιά αλλά και σωστή παιδεία. Σε ό,τι αφορά τις γνώσεις, ένας εκπαιδευτικός οφείλει να διδάξει στα παιδιά με ποιο τρόπο θα ανακαλύπτουν τη γνώση μόνα τους. Όσο για τη γενικότερη παιδεία, σε μία εποχή που τα πρότυπα είναι λιγοστά, έχει σημασία να τους δίνεις το σωστό παράδειγμα.

Υπάρχουν, βέβαια, και πράγματα που λαχταρούν τα παιδιά, όπως οι εκδρομές. Ήθελαν να φύγουν, να δουν κάτι διαφορετικό από το χωριό τους. Προσπάθησα, στο μέτρο του δυνατού, να κάνουμε μία μακρινή εκδρομή – πήγαμε στα Γιάννενα, στα Τρίκαλα…Δεν είναι, όμως, εύκολο, ούτε γίνεται κάθε χρόνο δυστυχώς. Οι μετακινήσεις είναι δύσκολες, τα χρήματα λιγοστά. Εκεί, χρειάζονται ισχυρή θέληση, σωστή οργάνωση και υποστήριξη από το δήμο. Ένας άλλος ‘καημός’ των παιδιών, είναι πως θα ήθελαν να διδάσκονται αγγλικά αλλά δεν υπάρχει φροντιστήριο. Για να φύγουν από αυτά τα απομονωμένα χωριά και να πάνε σε άλλο χωριό με φροντιστήριο, έπρεπε να διανύσουν απόσταση μιάμιση ώρας – ένα τρίωρο συνολικά στο δρόμο το απόγευμα, δηλαδή. Χώρια το μάθημα. Μόνο ένας γονιός μπορούσε να το κάνει αυτό. Οι διαδραστικοί πίνακες, οι νέες τεχνολογίες θα πρέπει να αξιοποιηθούν στο μέγιστο βαθμό στα απομακρυσμένα σχολεία – πρέπει να προσφέρουμε περισσότερες ευκαιρίες στα παιδιά αυτά.

Όσο για τη συνέχεια, μετά το δημοτικό, οι μαθητές πηγαίνουν γυμνάσιο στο Κερασοχώρι ή στο Καρπενήσι – 45’ ή 1.15’ αντίστοιχα. Οργανωμένο φροντιστήριο δεν υπάρχει στο Κερασοχώρι – υπάρχουν παιδιά, που έδωσαν πανελλήνιες χωρίς να έχουν πάει ποτέ σε φροντιστήριο. Χαίρομαι ιδιαίτερα, όταν βλέπω παιδιά, που είχα κι εγώ μαθητές να τα πηγαίνουν καλά αργότερα. Τα παιδιά, που είχα στην τάξη την πρώτη χρονιά, σπούδασαν όλα και μάλιστα σε αξιόλογες σχολές. Τα πάνε πολύ καλά, τα καταφέρνουν. Για το λόγο αυτό, θα απογοητευόμουν αν μάθαινα ότι έκλεισε έστω και ένα σχολείο από αυτά τα χωριά – το σχολείο είναι που κρατάει τα απομονωμένα χωριά ζωντανά».

Σχετικά